Δεν είναι τυχαίο που πολλοί δεν έχουν ακούσει ούτε το όνομά του. Στο
μουσικό δάσος που καμιά φορά αναζητά η ψυχή μας να ξαποστάσει, φυτρώνουν κατά
καιρούς λογιών-λογιών ηχητικά φαγώσιμα μιας χρήσης, δύσκολα στο μάσημα ακόμα
και επικίνδυνα για την διαδικασία της ‘μουσικής πέψης’ του πνεύματός μας. Αν
όμως αλαργέψεις, στο ίδιο αυτό δάσος, θα δεις να στέκει μονάχο ένα θαρρείς
άχρονο δέντρο κι είναι το θρόισμα των δικών του φύλλων που παράγει ήχους
ικανούς να συνομιλήσουνε και να θρέψουνε το απαιτητικό πνεύμα πολλών ακροατών.
Το δέντρο λοιπόν αυτό ονομάζω Stephan Micus. Ένα δέντρο που με μαθηματική ακρίβεια επικοινωνούν τα
βάθη των ριζών του με την ψηλότερη του κορφή καθώς ποια άλλη εξίσωση θα είχε
σαν αποτέλεσμα τέτοια αρμονία;
Παρακολουθώντας την μουσική του πορεία για σχεδόν είκοσι χρόνια πολλές
φορές έπεσα σε διθυραμβικές κριτικές από τους δυσκολότερους ανά τον κόσμο
κριτικούς, όπως επίσης σε ποικίλες εκφάνσεις λατρείας από θαυμαστές της
μουσικής του.
Πληροφορίες για το ατέλειωτο βιογραφικό του με λεπτομέρειες για την δισκογραφία
του και τα δίχως σταματημό ταξίδια του στα πιο απίθανα μέρη του κόσμου θα βρει
κανείς σε πάμπολλες σελίδες στο διαδίκτυο.
Είναι γνωστό ότι στην ιστορία της μουσικής δεν έχει υπάρξει μουσικός
άλλος που να παίζει τόσα, ας μου επιτραπεί ο όρος, ανομοιογενή μουσικά όργανα,
ως επί το πλείστον τροποποιημένα από τον ίδιο. Αυτό από μόνο του αποδεικνύει
και ενισχύει την ακουστική μοναδικότητά τους. Και φυσικά το ζητούμενο εδώ δεν
είναι η ποσότητα ούτε καλά-καλά και η δεξιοτεχνία όσο η ίδια η ψυχή. Μια ψυχή
που οικειοποιείται με άνεση μουσικούς ήχους από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα,
τους φλερτάρει, τους φιλτράρει, διεισδύει με τον μοναδικά αριστοτεχνικό της
τρόπο στα υπόγεια της έμπνευσης και δε σταματάει το σκάψιμο εωσότου την
γραπώσει από την ρίζα και την κάνει να ανθίσει. Μια ρίζα συλλογική. Κι ένα
άνθος ικανό να ευωδιάζει. Κι αυτό είναι τέχνη. Όχι όταν στις εσωτερικές μας
καταδύσεις υπερβαίνουμε προσωπικά μας σκοτάδια και λάμπουμε με τον εαυτό μας
παρέα, αλλά όταν αυτή η λάμψη είναι ικανή να διαχυθεί και σε άλλα σκοτάδια, να
λάμψει και τους γύρω μας.
Μαθητεύοντας δίπλα σε γνωστά ονόματα του παγκόσμιου μουσικού στερεώματος,
δίνοντας συναυλίες σε τόσες χώρες που κι οι πλέον παγκοσμίως διάσημοι μουσικοί
θα ζηλεύανε, θα περίμενε κανείς σε μια επαφή μαζί του να κομπλάρει μπροστά του
ή μάταια να προσπαθήσει να αναδείξει τον εαυτό του μπας και ισορροπήσει την
‘απόσταση’, κι όμως, όταν βρίσκεσαι μπροστά σε τέτοιον άνθρωπο άλλο τόσο
άνθρωπος αισθάνεσαι κι εσύ. Η απλότητα υπερισχύει των πάντων. Αποστάσεις και
γεφυρώματα εξανεμίζονται σαν να μην ποτέ υπήρξαν. Όπως και η μουσική του δένει
ηχητικά σαν ακόμα ένα αρμονικό κομμάτι στο παζλ της πνευματικής μας αναζήτησης,
έτσι με την ίδια ευκολία κι ο ίδιος ο άνθρωπος Stephan Micus, τρυπώνει στην καρδιά σου και θρονιάζεται στο μέρος που του αναλογεί.
Είτε πρόκειται για κοινωνικές εκδηλώσεις ή για τις βαθύτατα μοναχικές
στιγμές μας, η μουσική γίνεται σημείο αναφοράς και κώδικας επικοινωνίας, όπως
επίσης τα μουσικά μας ακούσματα συνδέονται με την διαδικασία της πνευματικής
μας ωρίμανσης. Όσες φορές μοιάζει να ακροβατούμε σε ένα φαινομενικά καινούριο
υπαρξιακό κενό η μουσική στέκεται σαν κάτι παραπάνω από δεκανίκι, σαν σύννεφο
ικανό ν’ απλώσει τέτοιο χέρι και μαγικά να οδηγηθούμε σε άλλες
απαντήσεις-πολιτείες μέσα μας. Έτσι που από αδιέξοδες, μονοδιάστατες λεκτικές,
ορθολογικές ερωτήσεις θα οδηγηθούμε ασυναίσθητα στη διάσταση της μουσικής όπου
εκεί, ξαφνιασμένοι, θα βρούμε μια ακόμα απάντηση. Όσο ανήσυχη κι αν ήταν η
ακροβασία ανθρώπων, διαφόρων φυλών, που έχω κατά καιρούς γνωρίσει,
ψυχανεμίστηκα την μουσική απάντηση που χρειαζόταν η αναζήτησή τους και μέχρι
και σήμερα βλέπω με τι σεβασμό κλείνουν τα μάτια και ανοίγουνε άλλα μάτια,
εσώτερα, για να διακρίνουν το μουσικό τοπίο του Stephan Micus κι εκεί να γαληνέψουν.
Θαρρείς μουσικός ζωγράφος, σκορπίζει τις νότες στην παλέτα της ψυχής,
απλώνει αυτή το χέρι και ζωγραφίζει. Ζωγραφίζει ήχους, που σε πρώτο άκουσμα
φαντάζουν από τα αλλού φερμένοι, μοιάζουν αφηρημένοι, μυστηριακοί ακόμα και
μυσταγωγικοί κι αναρωτιέται ο νους ‘τι να ‘ναι;’, ‘με τι μοιάζει;’, μα ευθύς
παραμερίζεται και μια ανάγκη μέσα μας, πέρα απ’ τον νου, συντονίζεται, βρίσκει
τον σκοπό της, απλώνει κι αυτή το χέρι κι ακολουθεί. Και ταξιδεύεις από μελωδία
σε μελωδία σαν από πίνακα σε πίνακα, σ’ ένα μουσείο που έχει τις πόρτες
ανοιχτές για όλους, σ’ ένα μουσείο όπου δικές μας εικόνες, πίνακες, ποιήματα κι
οτιδήποτε πνευματικό παντρεύονται με την δική του μουσική κι αδυνατείς να
ξεχωρίσεις. Όλα γίνονται ένα. Όπως ακριβώς αδυνατείς να πεις ότι ο Stephan Micus είναι μουσικός, καλλιτέχνης, ταλαντούχος, γερμανός, κάτοικος Ισπανίας,
πολίτης του κόσμου ή κι όλα αυτά μαζί. Όλες οι πολιτογραφήσεις φθίνουν μπροστά
στην πορεία που τόσα χρόνια βαδίζει, μια πορεία που αφετηρία και προορισμό έχει
τον άνθρωπο. Για μένα ο Stephan Micus είναι μια ρίζα ενός πανανθρώπινου βάθους. Ενός μουσικού
βάθους που μας δωρίζεται απλόχερα στην επιφάνειά μας να το ζήσουμε.
Οποιοδήποτε προφορικό ή γραπτό εγκώμιο ηχεί φλύαρο κι ανούσιο. Τα λόγια δεν
είναι παρά μια σταγόνα στον ωκεανό, κι ο ωκεανός η ίδια του η μουσική.
Γνωρίζοντας λοιπόν πόσο ριψοκίνδυνο το εγχείρημα, ο κύριος λόγος που με
παρακίνησε να γράψω δεν είναι τόσο να εκθειάσω το έργο του αλλά να γίνω μέσα
απ’ τον λόγο, αν και όσο μπορώ, ένα μικρό σκαλοπάτι που θα οδηγήσει σταδιακά
έστω κι έναν άνθρωπο στους υψηλούς ήχους της μουσικής του. Κι αυτό μου το
κίνητρο στηρίζεται στο εξής: Όταν η πηγή έμπνευσης του άλλου συναντά τα δικά
σου νερά δημιουργείται ένα τέτοιο υπόγειο συλλογικό ρεύμα που σε εκτινάσσει στο
ακριβές ύψος του ανθρώπου και ντύνεται ο άνθρωπος την πνευματική σημαντικότητα
που του αντιστοιχεί σ’ αυτόν τον κόσμο υπερβαίνοντας πολιτικά, θρησκευτικά,
σεξουαλικά, φυλετικά και κάθε λογιών δογματικά πατσαβούρια της καθημερινότητας,
καθιστώντας το άχρονο και αδογμάτιστο της τέχνης βασικό πυρήνα πνοής σε έναν
υλικά πνιγηρό κι εκφυλισμένο κόσμο.
Θα τελειώσω με ένα σχόλιο που είχα κάνει παλιότερα για μια συναυλία του στο
Λονδίνο και φυσικά παραμένει ακόμα έγκυρο. ‘To perceive and feel how unique Micus’ music is,
spread the letters of the word 'Music' randomly in your heart and they will
definitely form his name in your ears. After you do it, just close your eyes
and let him lead you to a miraculous journey of profound screams and whispers.’
Πέτρος Μαλαμίδης
Stephan Micus,
Σάββατο 6 Ιουλίου,
Πάτρα, Ρωμαϊκό Ωδείο στις 21:30.